25 Ιουλίου 2025

Θεραπεία ή Αλήθεια;

 


Θεραπεία ή Αλήθεια;

Ψυχαναλυτική παρέμβαση στις Ψυχοθεραπευτικές κατευθύνσεις


Ο Φρόυντ, προς το τέλος του έργου του, αναγνωρίζει ότι το σύμπτωμα αντιστέκεται: δεν εξαφανίζεται πλήρως, επανέρχεται — σαν να υπηρετεί έναν σκοπό που δεν εξαντλείται στην κατανόηση, ούτε στην αποκατάσταση της ψυχικής ισορροπίας, όπως θα έλεγε η σύγχρονη ψυχολογική γλώσσα.

Αυτή η διαπίστωση, μακριά από ένδειξη αποτυχίας, αποτέλεσε για τον Λακάν ένα κρίσιμο σημείο αναστοχασμού. Για τον ίδιο, το σύμπτωμα δεν είναι προς θεραπεία διότι εξυπηρετεί μιαν αλήθεια: έναν λόγο που αρθρώνει τον τρόπο με τον οποίο το υποκείμενο σχετίζεται με την απόλαυση και την επιθυμία του. Δεν πρόκειται λοιπόν για δυσλειτουργία, αλλά για μια ασυνείδητη λύση.

Το βιβλίο αυτό αναδεικνύει γιατί η ψυχανάλυση δεν μπορεί να ενταχθεί στο ευρύ φάσμα των ψυχοθεραπειών, καθώς δεν εργάζεται προς τη θεραπεία, αλλά προς τη δημιουργία ενός χώρου όπου μπορεί να αναδυθεί μια αλήθεια που υπερβαίνει την εικόνα του εαυτού. Σε μια εποχή όπου η έννοια της ψυχικής υγείας αντιμετωπίζεται όλο και περισσότερο ως υπόθεση ρύθμισης και διαχείρισης συμπτωμάτων, η ψυχαναλυτική λογική της αλήθειας του υποκειμένου έρχεται σε αντίστιξη με τη θεραπευτική επιδίωξη της λειτουργικότητας, της προσαρμογής και της συναισθηματικής ευεξίας.

Ένα κείμενο για αναγνώστες που αναζητούν κάτι πέρα από την αυτοβελτίωση: τη συνάντηση με την επιθυμία τους.


Σύντομα σε κυκλοφορία 


Περιεχόμενα


Α. Ψυχανάλυση και Ψυχοθεραπεία

1.    Εισαγωγή

2.    Ασυνείδητο: Ο λόγος που εγγράφει το απολαμβάνον σώμα

3.    Η γλώσσα: όχι μέσο, αλλά τόπος του ασυνειδήτου

4.    Σύμπτωμα και σημαίνον της επιθυμίας

5.    Επίλογος: Η ανατροπή του υποκειμένου

Β. Αλήθεια

1.    Εισαγωγή

2.    Η αλήθεια ως κρυμμένο περιεχόμενο

3.    Η αλήθεια ως ορθολογική εγκυρότητα

    3.1.    Η κοινή λογική

    3.2.    Το σύμπτωμα που μιλάει

    3.3.    Το υποκείμενο ως ασθενής

4.    Τα συναισθήματα ως αλήθεια

    4.1.    Τα συναισθήματα εξαπατούν

    4.2.    Η απόλαυση του Άλλου και η ιδεατή εικόνα

    4.3.    Ο λόγος επί του συναισθήματος

    4.4.    Κλινική περίπτωση: Η ενοχή που γίνεται θυμός

5.    Το άγχος δεν εξαπατά

    5.1.    Το άγχος δεν είναι φόβος

    5.2.    Το ανοίκειο αντικείμενο

    5.3.    Δείκτης επιθυμίας

    5.4.    Αντί της θεραπείας του άγχους

6.    Η αλήθεια ως λειτουργική

    6.1.    Κατασκευή χρήσιμη ή αναγκαία;

    6.2.    Α-νόητη αλήθεια

    6.3.    Ένα υποκείμενο φτιαγμένο από λόγο

    6.4.    Για γέλια αντί για κλάματα

Γ. Λογική ή Συναίσθημα;

1.    Εισαγωγή

2.    Λογική

    2.1.    Τι αποκαλούμε λογική;

    2.2.    Μια «εγωκεντρική» λογική

    2.3.    Η λογική διατήρηση ενός ψεύδους

    2.4.    Η λογική του Άλλου

3.    Συναίσθημα

    3.1.    Μια ψυχολογική θεώρηση

    3.2.    Ο λόγος επί της βιολογίας

    3.3.    Η λειτουργία της ενόρμησης

    3.4.    Το συναίσθημα ως ψυχική έξαρση [affect]

    3.5.    Ο λόγος παράγει συναίσθημα

    3.6.    Ένα κλινικό περιστατικό

    3.7.    Η αρτιότητα του Εγώ

4.    Το υποκείμενο του λόγου

5.    Επίλογος: Ο λόγος της επιθυμίας




08 Ιουλίου 2025

Άγχος: Δείκτης Επιθυμίας


Απόσπασμα από την επικείμενη έκδοση, Θεραπεία ή Αλήθεια;

Ενώ οι περισσότερες θεραπευτικές προσεγγίσεις βλέπουν το άγχος ως ένα  «αρνητικό συναίσθημα» που καλείται να ρυθμιστεί μέσω της ενίσχυσης του Εγώ, για την ψυχανάλυση το άγχος λειτουργεί ως οδηγός προς την αλήθεια: αποκαλύπτει τη σύνδεση του υποκειμένου με την απόλαυση και διανοίγει την πρόσβαση στην επιθυμία. Το άγχος αναδύεται ακριβώς εκεί όπου αποδομείται το Εγώ, το οποίο αντιστέκεται στην αλήθεια αυτή.

Για να αναδείξουμε αυτήν τη λειτουργία του άγχους, παραθέτουμε ένα περιστατικό που περιγράφει ο ψυχαναλυτής Éric Laurent [1], εμπλουτισμένο εδώ με δικό μου σχολιασμό και ερμηνευτικές παρατηρήσεις. Πρόκειται για μια περίπτωση όπου το άγχος αναδύεται μέσα από την αποτυχία σύνταξης της εικόνας του Εγώ — και ταυτόχρονα φωτίζεται η σχέση του υποκειμένου με την απόλαυση και την επιθυμία.

Ένας αναλυόμενος προσέρχεται στην ανάλυση με έντονο άγχος, το οποίο ενεργοποιήθηκε όταν ένας καθηγητής του τού απηύθυνε το ερώτημα: «Μήπως είσαι ομοφυλόφιλος;» Το άγχος αυτό επανεμφανίστηκε αργότερα, όταν έκανε σχέση με μια γυναίκα, καθώς αντιμετώπισε προβλήματα πρόωρης εκσπερμάτισης. Μέσα από τους ελεύθερους συνειρμούς, ο αναλυόμενος αναφέρεται στον πατέρα του, ο οποίος είχε εγκαταλείψει τη μητέρα του όταν εκείνος ήταν παιδί, και σε ένα καθοριστικό σχόλιο της μητέρας: «Όλοι οι άνδρες είναι δειλοί.» Ο αναλυόμενος δήλωνε πως φοβάται μήπως επαναλάβει τη συμπεριφορά του πατέρα του, εγκαταλείποντας κι εκείνος τη σύντροφό του.

Το σχόλιο της μητέρας του έδινε μια ερμηνεία στην εγκατάλειψη, ότι ισοδυναμεί με δειλία. Έτσι, στο επίπεδο της εικόνας, διαμορφώνει το Εγώ του αναλυόμενου γύρω από τη λογική που εισήγαγε η ιδέα ότι «είναι δειλό ένας άνδρας να εγκαταλείπει τη σχέση του» — προσπαθώντας δηλαδή να κατοχυρώσει τη θέση του ως άνδρας μέσα από την πίστη και την παραμονή. Αυτό όμως που απωθείτο ήταν ότι η σύνδεση της εγκατάλειψης με τη δειλία δέσμευε τον αναλυόμενο σε έναν ορισμό, όπου, εφόσον «όλοι οι άνδρες είναι δειλοί», τότε «όσοι δεν είναι δειλοί, δεν είναι ούτε άνδρες»! Έτσι, ίδιος θα μπορούσε να είναι άνδρας μόνο εγκαταλείποντας τη σχέση του — ένα απωθημένο που επιστρέφει υπό τη μορφή σεξουαλικής δυσλειτουργίας μέσα στη σχέση.

Μα αυτή η σύνδεση, της εγκατάλειψης με τη δειλία, δε θα μπορούσε να είχε προκύψει παρά μόνο με τη διενέργεια του πραγματικού, που βρισκόταν στο επίπεδο της εκφοράς: η φράση «όλοι οι άνδρες είναι δειλοί» εξέφραζε αποκλειστικά την απόλαυση της μητέρας του που την ξεστόμισε —μιαν απόλαυση να βλέπει δειλούς τους άνδρες— χρησιμοποιώντας στη συνέχεια το γεγονός της εγκατάλειψης ως επιβεβαίωση ετούτης της θέσης. Αυτό δηλαδή που πραγματικά λεγόταν, ήταν: «κανένας άνδρας δεν είναι άνδρας!»… εξού και το άγχος που προκάλεσε η ερώτηση «μήπως είσαι ομοφυλόφιλος;».

Η ερώτηση αυτή άγγιξε την αληθινή διάσταση της απόλαυσης με την οποία είχε προσδεθεί η υποκειμενικότητα του αναλυόμενου, και αποσυνέθετε το Εγώ του, το οποίο είχε δομηθεί πάνω στη φαντασίωση ενός «μη δειλού» άνδρα. Το άγχος έπειτα παίρνει μορφή, αποκτά αντικείμενο —το σημαίνον «εγκατάλειψη»— και μετασχηματίζεται σε φόβο: μη γίνει σαν τον πατέρα του. Αυτός ο φόβος, λοιπόν, λειτουργεί ως άμυνα απέναντι στο πραγματικό του άγχους, που αφορά στην καθήλωση [fixation] του αναλυόμενου στην απόλαυση της μητέρας του.

Όμως η αποδόμηση του Εγώ, που προκαλεί το άγχος, δε συνιστά απλώς επαφή με τη φαντασίωση της απόλαυσης του Άλλου, αλλά αποτελεί και σημείο συνάντησης με την επιθυμία του υποκειμένου: ότι δηλαδή, η πραγματική δειλία που έκανε τον αναλυόμενο αυτόν να μην είναι άνδρας, είναι το γεγονός ότι παρέμενε προσκολλημένος στον λόγο της απόλαυσης της μητέρας του. Απαιτείται λοιπόν να πραγματοποιηθεί μια τομή: το σημαίνον που περιέγραφε την πράξη του πατέρα —η «εγκατάλειψη»— να αποσυνδεθεί από την απόλαυση της μητέρας —τη «δειλία»— ώστε ο ίδιος να μπορέσει να λάβει θέση ως άνδρας, σύμφωνα με τη δική του επιθυμία.

-------------------------

[1] Éric Laurent, “Relieve Anxiety?” Mental 13 (2004). p. 103–117.